

FAQs
Το φρέσκο μέλι είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με την εποχή που συλλέγεται, δηλαδή όταν το αφαιρούμε από την κυψέλη. Επομένως, ξεκινώντας να αγοράζουμε μέλι από τις αρχές του καλοκαιριού (Ανθέων, Θυμάρι, Πορτοκάλι κα) μέχρι και τις αρχές του φθινοπώρου (Ερείκης, Κουμαριά, Πεύκο, Έλατο κα) μπορούμε να το αγοράσουμε απόλυτα φρέσκο.
Η συντήρηση του μελιού μέχρι την απορρόφηση του είναι το επόμενο κλειδί στην υπόθεση του “Φρέσκου” δηλαδή η μη αλλοίωση των θρεπτικών συστατικών και λοιπών στοιχείων του έως τη στιγμή που θα φτάσει στο τραπέζι σας! Για να συμβεί αυτό, το συντηρούμε σε ειδικούς κώδωνες ηρεμίας (όπως λέγονται) και σε ιδανικές συνθήκες εφαρμοσμένης θερμοκρασίας, μακριά από το φως και την υγρασία.
Με αυτό τον τρόπο όχι μόνο διατηρεί τη θρέψη του αλλά και η γεύση του παραμένει αυτούσια αφού το προϊόν δεν βρίσκεται εκτεθειμένο στις όποιες εναλλαγές των καιρικών συνθηκών μέχρι την στιγμή της συσκευασίας του, την ημέρα που το παραγγέλνετε.
Αυτό ακριβώς φροντίζουμε στη Melifarm για εσάς!
Καθαρό σημαίνει, ΧΩΡΙΣ ΟΜΟΓΕΝΟΠΟΙΗΣΕΙΣ, δηλ. η ανάμειξη μιας ποικιλίας μελιού από διαφορετικούς τρύγους π.χ. μέλι θυμαριού από διαφορετικές μελισσοκομικές φάρμες σε ένα “καζάνι” ώστε να προκύψει μία ενιαία γεύση και χρώμα του είδους αυτού.
Αυθεντικό σημαίνει, ΧΩΡΙΣ ΠΡΟΣΜΙΞΕΙΣ, δηλ. η προσθήκη «ξένης» ύλης μέσα σε μία ποικιλία μελιού, βλ. γλυκαντικές ουσίες, ισογλυκόζη ή καραμελόχρωμα και φυσικά ΟΧΙ ΑΝΑΜΕΙΞΕΙΣ που προκύπτουν από το ανακάτεμα δύο ή περισσοτέρων διαφορετικών ποικιλιών μελιού π.χ. Θυμαρίσιο μέλι + μέλι Ανθέων.
Οι λόγοι είναι εμπορικοί, αφού το κέρδος που προκύπτει από την πολύ χαμηλή τιμή ενός είδους επηρεάζει τη μεγάλη του κατανάλωση. Δυστυχώς όμως αυτό λειτουργεί σε βάρος της ποιότητας ενός τόσο πολύτιμου, για την υγεία του ανθρώπινου οργανισμού, προϊόντος.
Καταρχάς, η εποχικότητα μίας ποικιλίας μελιού προσδιορίζεται από τον μήνα που οι μέλισσες μεταφέρονται στην κατάλληλη τοποθεσία ανθοφορίας ώστε να συλλέξουν το αντίστοιχο είδος μελιού π.χ. Θυμάρι.
Γενικά όμως, όλα τα είδη μελιού μπορούμε να τα καταναλώνουμε ανεξαρτήτως της εποχικότητας τους φτάνει να είναι σωστά αποθηκευμένα ώστε να μην αλλοιώνονται τα θρεπτικά τους συστατικά και η γεύση.
Η κρυστάλλωση ή ζαχάρωμα αποτελεί τη φυσική πορεία εξέλιξης του μελιού.
Ο περισσότερος κόσμος το ξέρει ως ζαχάρωμα υπονοώντας ότι το μέλι περιέχει ζάχαρη, γι’ αυτό “ζαχαρώνει”. Αυτή είναι μία εντελώς λανθασμένη άποψη, ο σωστός όρος είναι η κρυστάλλωση!
Το μέλι ανάλογα του ποσοστού γλυκόζης και νερού που περιέχει, τη γύρη ή το κερί, όπως και οι συνθήκες που το συντηρούμε (θερμοκρασία) ξεκινάει τη διαδικασία της κρυστάλλωσής του. Ο χρόνος που απαιτείται ώστε ένα μέλι να αρχίσει να κρυσταλλώνει διαφέρει από είδος σε είδος επηρεαζόμενο επίσης από το πλήθος των γυρεόκοκκων που περιέχει. Εξαίρεση αποτελούν τα είδη μελιού από μελιτώματα, όπως έλατο και πεύκο.
Ο σωστός τρόπος επαναφοράς του μελιού είναι το Bain Marie (Μπεν Μαρί) δηλαδή τοποθετούμε το βάζο μελιού, με κλειστό καπάκι, μέσα σε ένα κατσαρόλι και γεμίζουμε νερό τόσο έως του σημείου που είναι το μέλι μέσα στο βάζο. Χρειάζεται όμως ιδιαίτερη προσοχή στη διαδικασία αποκρυστάλλωσης του με τη θερμοκρασία να μην ξεπερνάει τους 35-40 βαθμούς κελσίου προκειμένου να μην καταστραφούν τα θρεπτικά του στοιχεία. Στη συνέχεια, αφού ρευστοποιηθεί, ανοίγουμε το καπάκι του βάζου και με ένα κουτάλι το ανακατεύουμε λίγο ώστε να έρθει στην απόλυτα πρότερη κατάσταση σου. Το μέλι μας είναι έτοιμο προς κατανάλωση!
Προϋπόθεση για τη σωστή διατήρηση του μελιού είναι το σημείο φύλαξης του. Αυτό σημαίνει ότι ένα δροσερό και σκιερό μέρος, χωρίς υγρασία είναι το ιδανικό σημείο εναπόθεσης του βάζου. Ένα πράγμα που πρέπει ακόμη να προσέχουμε είναι να μην το αφήνουμε ανοιχτό για μεγάλο χρονικό διάστημα, γιατί έτσι θα απορροφήσει υγρασία από τον περιβάλλοντα χώρο με αποτέλεσμα να αλλοιωθούν οι αντιβακτηριδιακές του ιδιότητες.
Σωστό σημείο φύλαξης λοιπόν σε συνδυασμό με ένα καλά κλεισμένο καπάκι συντηρεί το μέλι μας άψογο.
Ένα βασικό χαρακτηριστικό για να διαπιστώσουμε την αγνότητα του μελιού είναι η ρευστότητα του, όσο πιο παχύρευστο τόσο καλύτερη και η ποιότητα του. Βέβαια αξίζει να τονιστεί το γεγονός της διαφορετικής ρευστότητας του μελιού αναλόγως της ποικιλίας του καθώς και της θερμοκρασίας του εξωτερικού περιβάλλοντος που συμβαίνει εκείνη τη στιγμή (ζέστη ή κρύο). Σε κάθε περίπτωση όμως η πυκνότητα υποδηλώνει την καλή ποιότητα του είδους.
Ένας επιπλέον τρόπος για να επιβεβαιώσουμε τη γνησιότητα του μελιού είναι ο εξής: σε ένα ποτήρι με κρύο νερό βάζουμε μέσα μία γεμάτη κουταλιά με μέλι. Η μέθοδος αυτή μπορεί να μας αποκαλύψει πολύ εύκολα κατά πόσο το μέλι μας είναι γνήσιο ή νοθευμένο αφού οι ουσίες που αναμειγνύονται προκειμένου να νοθεύουν το μέλι είναι συνήθως το σιρόπι ζάχαρης, η γλυκόζη και το καραμελόχρωμα. Τα πρόσθετα αυτά όμως διαλύονται πολύ εύκολα στο νερό, πράγμα που όταν το δούμε να συμβαίνει σημαίνει ότι το προϊόν που αγοράστηκε είναι νοθευμένο. Στην περίπτωση που το μέλι κατακαθίσει στον πάτο του ποτηριού σημαίνει πως είναι αυθεντικό!
Το μέλι ως φυσικά ανεπεξέργαστο προϊόν μπορεί να αποτελέσει μία ιδανική, εναλλακτικά, υγιεινή τροφή καθώς έχει χαμηλότερο γλυκαιμικό δείκτη και δεν αυξάνει τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα τόσο γρήγορα όσο η ζάχαρη, πάντοτε όμως στα πλαίσια μιας ισορροπημένης διατροφής και με αποφυγή κατανάλωσης άλλων γλυκαντικών ουσιών, όπως η ζάχαρη και γενικά τα γλυκά.
Αυτό δεν σημαίνει ό,τι ακόμη και στην περίπτωση του μελιού, η κατανάλωση του θα γίνεται χωρίς μέτρο!, διότι μπορεί το μέλι να ανήκει στην κατηγορία των 100% φυσικά παραγόμενων προϊόντων είναι όμως πλούσιο σε φυσικά σάκχαρα (φρουκτόζη) και βέβαια σε θρεπτικά γλυκαντικά, πράγμα που σημαίνει ότι μία καθημερινά μεγάλη λήψη ποσοτήτων του μπορεί να δημιουργήσει εξίσου πρόβλημα, ιδιαίτερα σε άτομα με διαβήτη.
Ενδεικτικά οι ποικιλίες μελιού που διαθέτουν τον χαμηλότερο γλυκαιμικό δείκτη: Κουμαριά – Ελατοβανίλια – Βελανιδιά – Δασόμελο.
ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ: Σε κάθε περίπτωση όταν ένα άτομο αντιμετωπίζει προβλήματα με διαβήτη είναι απαραίτητο προηγουμένως να έχει συμβουλευτεί τον γιατρό του. Σε κάθε άλλη περίπτωση, για όσους επιθυμούν να γεύονται τα τόσο πολύτιμα θρεπτικά συστατικά του μελιού προσέχοντας παράλληλα το επίπεδο του σακχάρου οι παραπάνω ενδεικτικές ποικιλίες αποτελούν την καλύτερη πρόταση.
Τουναντίον η κατανάλωση μελιού θα μπορούσε να συμπεριληφθεί άνετα σε μία διατροφή με σκοπό την απώλεια βάρους. Το μέλι, ως γλυκαντική ουσία, έχει στη σύνθεση του, ανά γραμμάριο, περίπου 3-3,5 θερμίδες. Συγκρίνοντας το με προϊόντα όπως π.χ. η σοκολάτα που έχει 9-10 θερμίδες ανά γραμμάριο, αντιλαμβάνεται κανείς εύκολα ότι η κατανάλωση μελιού μπορεί να βοηθήσει τον οργανισμό, κατά τη διάρκεια ενός προγράμματος αδυνατίσματος, να λαμβάνει λιγοστές θερμίδες ενώ συγχρόνως να μην δημιουργούνται τα λεγόμενα στερητικά σύνδρομα από την παντελή έλλειψη του γλυκού.
Συμπερασματικά το μέλι μπορεί να λαμβάνεται στη θέση ενός άλλου λιπαρού προϊόντος είτε σκέτο (μια κουταλιά της σούπας), είτε σε ένα αφέψημα (τσάι), είτε προστιθέμενο σε ένα γαλακτοκομικό προϊόν (γιαούρτι με μέλι) ή φρυγανιά. Με αυτούς τους εναλλακτικούς τρόπους επιτυγχάνουμε να παίρνουμε πολύ λιγότερες θερμίδες αλλά με πολύ περισσότερα θρεπτικά συστατικά για τον οργανισμό μας, συμβάλλοντας έτσι στην καλή υγεία.
Όταν το ρόφημα στο οποίο βάζουμε μέλι έχει θερμοκρασία λιγότερη των 35-40 βαθμών κελσίου τότε δεν χάνονται οι ιδιότητες του. Σε διαφορετική περίπτωση καταστρέφονται όλα τα θρεπτικά του συστατικά και το μόνο που επιτυγχάνουμε είναι να δώσουμε μία γλυκύτητα στο ρόφημα μας.
Καλό είναι λοιπόν όταν το ρόφημα είναι αρκετά καυτό να μην βάζουμε αμέσως το μέλι αλλά να περιμένουμε 3-5 λεπτά προκειμένου να έρθει στην κανονική του θερμοκρασία, έτσι πέραν της γλυκύτητας του ροφήματος και ο οργανισμός μας θα λάβει όλα τα ευεργετήματα του μελιού.